- σφηκιά
- Ορεινός οικισμός (υψόμ. 610 μ.), στην επαρχία Ημαθίας του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (25 τ. χλμ.).
* * *η, ΝΑ [σφήξ, -ηκός]η φωλιά τών σφηκών, η σφηκοφωλιά.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σφηκιά — σφηκιά̱ , σφηκιά wasps nest fem nom/voc/acc dual σφηκιά̱ , σφηκιά wasps nest fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκία — σφηκίᾱ , σφηκίας masc nom/voc/acc dual σφηκίας masc voc sg σφηκίᾱ , σφηκίας masc voc sg (attic) σφηκίᾱ , σφηκίας masc gen sg (doric aeolic) σφηκίας masc nom sg (epic) σφηκίον comb in a wasps nest neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκιᾷ — σφηκιά wasps nest fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκιάν — σφηκιά̱ν , σφηκιά wasps nest fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκιάς — σφηκιά̱ς , σφηκιά wasps nest fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκίας — σφηκίᾱς , σφηκίας masc acc pl σφηκίᾱς , σφηκίας masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκιαῖς — σφηκιά wasps nest fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκιαί — σφηκιά wasps nest fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκιᾶς — σφηκιά wasps nest fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφηκίαν — σφηκίᾱν , σφηκίας masc acc sg (attic epic doric aeolic) σφηκίας masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)